Το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης

Μανουέλ Πουίχ

“Ένα μυθιστόρημα για τη δύναμη της μυθοπλασίας και της φαντασίας ως εργαλείο για να ξεπεραστεί η οδύνη και ο τρόμος. Ένα έργο που παραμένει αξεπέραστο. Ζηλεύω όποιον αναγνώστη δεν το έχει διαβάσει ακόμα και είναι έτοιμος να το ανακαλύψει.”

— Elia Barceló, El País

Το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης

Αργεντινή, 1975. Δυο κρατούμενοι στο ίδιο κελί. Μια αλλόκοτη απόπειρα συμβίωσης ενός αντικαθεστωτικού και ενός ποινικού, που μόνο στο διεστραμμένο μυαλό κάποιου κυνηγού κεφαλών της τότε λανθάνουσας δικτατορίας θα μπορούσε να έχει κάποιο νόημα. Η φυλακή, όμως, έχει τους δικούς της νόμους. Μέσα στους τέσσερις τοίχους του κελιού, θα βρεθεί χώρος για ακροβατικά πετάγματα της φαντασίας και ελεύθερες καταδύσεις στις σκοτεινές υπαρξιακές ατραπούς. Και για έναν ιστό, που υφαίνεται με σκοπό άλλοτε να παγιδέψει και άλλοτε να αγκαλιάσει τρυφερά.

Το μυστήριο του κελιού 7, θα μπορούσε να είναι ένας εναλλακτικός τίτλος για το μυθιστόρημα, όπως άλλωστε προτείνει ο ένας από τους πρωταγωνιστές, σε κάποια από τα πολλά αφηγηματικά τρικ με τα οποία ο Πουίχ δελεάζει τον αναγνώστη του. Πολλές εγκιβωτισμένες ιστορίες και ένα απόν κείμενο: οι σιωπές και οι δισταγμοί μιας ολόκληρης εποχής, ό,τι δεν λέγεται, αλλά υφέρπει, δηλητηριάζει, αλλοιώνει, στιγματίζει. Ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται ανάμεσα στους τοίχους μιας φυλακής κατασκευασμένης από τη γλώσσα της σιωπής, από σημαίνοντα που κρύβουν τη σημασία των πραγμάτων, καταπιέζουν, αναβάλλουν, παραπλανούν. Παραδόξως όμως η επικοινωνία επιτυγχάνεται μέσω της μη-πράξης της σιωπής. Ένας υπέροχος λογοτεχνικός γρίφος. Τι είναι τελικά Το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης; Άλλοι βλέπουν σε αυτό μια κριτική της ουτοπίας του καπιταλισμού και του μαρξισμού, άλλοι, την ουτοπία της θηλυκότητας όπως παρουσιάζεται μέσα από τις σύγχρονες μυθολογίες της κατανάλωσης, άλλοι, μια άσκηση ύφους: κάτω από την επικάλυψη της μαζικής κουλτούρας λάμπει το ξεδίπλωμα των πλέον απαιτητικών τεχνικών της υψηλής λογοτεχνίας. Το σίγουρο είναι ότι, όσο και να το διαμελίσεις στο κρεβάτι της κριτικής ανατομίας, το κείμενο θα παραμείνει απολαυστικό σε κάθε επίπεδο. Θα αποδράσει από τους ακαδημαϊκούς ναρκισσισμούς, που του επιβάλλονται εκ των υστέρων, και θα καταφέρει να γοητεύσει.

“Το Φιλί της γυναίκας αράχνης συγκαταλέγεται στα 100 καλύτερα μυθιστορήματα που έχουν γραφεί στην ισπανική γλώσσα τον 20ό αιώνα.”

— El Mundo

Μανουέλ Πουίχ

MV5BY2I5M2IxMDItZmFjNi00NTM0LWExNzMtNmIzMGNjMzk4OGY3L2ltYWdlL2ltYWdlXkEyXkFqcGdeQXVyNjU0ODkwMTU@._V1_.jpg

Ο Μανουέλ Πουίχ (1932-1990) θα περάσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Κορονέλ Βιγιέγας, μια μάλλον θλιβερή επαρχιακή πόλη. Η αγάπη της μητέρας του για τον κινηματογράφο θα του προσφέρει την πρώτη διαφυγή και θα χαράξει ίσως μέσα του μια μόνιμη τάση φυγής.

Ήταν από τους ιδρυτές του Frente de Liberación Homosexual (Μέτωπο για την Απελευθέρωση των Ομοφυλόφιλων), καθώς από μικρός βίωσε την απόρριψη και την τρομοκρατία της φαλλοκρατικής μικροαστικής επαρχίας και τον λανθάνοντα φασισμό της.

Θα ταξιδέψει πολύ (Ρώμη, Στοκχόλμη, Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Μεξικό, Ρίο ντε Τζανέιρο), στην αρχή κυνηγώντας το όνειρο μιας καριέρας στον κινηματογράφο, αργότερα εξόριστος λόγω των απειλών που δέχεται από τους καθεστωτικούς στην πατρίδα του, ανακαλύπτοντας σταδιακά τη δική του φωνή και την πραγματική του κλίση.

Το 1968 δημοσιεύει το πρώτο του μυθιστόρημα, La traición de Rita Hayworth (Η προδοσία της Ρίτα Χέιγουορθ) και ένα χρόνο μετά ακολουθεί το Boquitas pintadas (Βαμμένα χειλάκια), το οποίο θα μεταφερθεί στον κινηματογράφο και θα τον κάνει γνωστό στην Αργεντινή.

Στο Μεξικό, εξόριστος πλέον από την Αργεντινή, γράφει Το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης (1976), το έργο που του εξασφαλίζει διεθνή αναγνώριση. Το μυθιστόρημα θα μεταφερθεί στον κινηματογράφο το 1985, σε σκηνοθεσία του Αργεντινού σκηνοθέτη Héctor Babenco, θα ανέβει με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Broadway και, ενδεδυμένο με τη μουσική του Hans Werner Henze, θα μετενσαρκωθεί σε όπερα.

Ο Μανουέλ Πουίχ (1932-1990) θα περάσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Κορονέλ Βιγιέγας, μια μάλλον θλιβερή επαρχιακή πόλη. Η αγάπη της μητέρας του για τον κινηματογράφο θα του προσφέρει την πρώτη διαφυγή και θα χαράξει ίσως μέσα του μια μόνιμη τάση φυγής.

Ήταν από τους ιδρυτές του Frente de Liberación Homosexual (Μέτωπο για την Απελευθέρωση των Ομοφυλόφιλων), καθώς από μικρός βίωσε την απόρριψη και την τρομοκρατία της φαλλοκρατικής μικροαστικής επαρχίας και τον λανθάνοντα φασισμό της.

Θα ταξιδέψει πολύ (Ρώμη, Στοκχόλμη, Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Μεξικό, Ρίο ντε Τζανέιρο), στην αρχή κυνηγώντας το όνειρο μιας καριέρας στον κινηματογράφο, αργότερα εξόριστος λόγω των απειλών που δέχεται από τους καθεστωτικούς στην πατρίδα του, ανακαλύπτοντας σταδιακά τη δική του φωνή και την πραγματική του κλίση.

Το 1968 δημοσιεύει το πρώτο του μυθιστόρημα, La traición de Rita Hayworth (Η προδοσία της Ρίτα Χέιγουορθ) και ένα χρόνο μετά ακολουθεί το Boquitas pintadas (Βαμμένα χειλάκια), το οποίο θα μεταφερθεί στον κινηματογράφο και θα τον κάνει γνωστό στην Αργεντινή.

Στο Μεξικό, εξόριστος πλέον από την Αργεντινή, γράφει Το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης (1976), το έργο που του εξασφαλίζει διεθνή αναγνώριση. Το μυθιστόρημα θα μεταφερθεί στον κινηματογράφο το 1985, σε σκηνοθεσία του Αργεντινού σκηνοθέτη Héctor Babenco, θα ανέβει με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Broadway και, ενδεδυμένο με τη μουσική του Hans Werner Henze, θα μετενσαρκωθεί σε όπερα.

Ακολουθούν τα μυθιστορήματα Pubis angelical (Αγγελική ήβη), το οποίο επίσης μεταφέρεται στον κινηματογράφο και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία στην Ισπανία, Maldición eterna a quien lea estas páginas (Αιώνια κατάρα σε όποιον διαβάζει αυτές τις σελίδες) και Cae la noche tropical (Πέφτει η τροπική νύχτα).

Όσον αφορά την αναγνώριση του έργου του, η περίπτωση του Μανουέλ Πουίχ εγγράφεται στη θλιβερή εθνική παράδοση της παραγνώρισης και της μικροψυχίας, εξαιτίας της οποίας υπέφεραν πολλοί συμπατριώτες του, από τον Αρλτ και τον Μπόρχες μέχρι τον Πιατσόλα και τον Κουίτκα. Δύσκολα μπορεί κανείς να παραβλέψει τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε για να εκδώσει το πρώτο του μυθιστόρημα, το γεγονός ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του, ότι τα βιβλία του ήταν απαγορευμένα στην Αργεντινή, ότι αρχικά η κριτική, με εξαίρεση τον Ricardo Piglia, δεν κατάφερε να τον κατανοήσει. Η αντίθεση με αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι τεράστια, αν αναλογιστούμε ότι εδώ και χρόνια ο ακαδημαϊκός κόσμος έχει επιδοθεί στην κατάρτιση ενός αναλυτικού corpus, που χαρακτηρίζεται από αυξανόμενη διαρκώς ερμηνευτική πολυπλοκότητα, προκειμένου να προσεγγίσει το έργο του, το οποίο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 30 γλώσσες και θεωρείται, πλέον, ορόσημο για τη λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής.

Τίτλος πρωτοτύπου: El Beso de la Mujer Araña
Μετάφραση: Ασπασία Καμπύλη
Επιμέλεια - Διόρθωση: Αλεξάνδρα Γκολφινοπούλου, Μίνα Δαφνομήλη
Εικονογράφηση εξωφύλλου: Tania Cimatti
Σχεδιασμός εξωφύλλου - Εικαστική επιμέλεια: João Linneu

18€
352 σελ.

ISBN: 978-618-5479-07-7